27 Απριλίου1941. Οι Γερμανοί εισέρχονται στην Αθήνα
«Εδώ ελεύθεραι ακόμα Αθήναι! Αδέλφια, κρατήστε καλά μέσα σας την ψυχή του μετώπου. Ο εισβολεύς εισέρχεται με όλας τας προφυλάξεις, εις την έρημον πόλιν, με τα κατάκλειστα σπίτια. Σε λίγο ο ραδιοφωνικός σταθμός δε θα είναι ελληνικός. Θα είναι γερμανικός και θα μεταδίδει ψέματα. Μην τον ακούτε». Αυτά τα συγκλονιστικά λόγια ανήκουν στον εκφωνητή Κώστα Σταυρόπουλο, πριν την ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου.
Ήταν μια μουντή ανοιξιάτικη μέρα, Κυριακή του Θωμά, όταν οι Γερμανοί έμπαιναν στη σιωπηλή Αθήνα. Βαριά και βουβή η ατμόσφαιρα μεταξύ των Ελλήνων στρατιωτών, καθώς επέστρεφαν στα σπίτια τους από τα πεδία των μαχών. «Γιατί; Μα, αφού νικήσαμε», αναρωτιώνταν αυτοί που πέταξαν στη θάλασσα τους Ιταλούς στο ελληνοαλβανικό μέτωπο.
Η γερμανική επίθεση
Λίγες μέρες πριν, στο ξημέρωμα της 6ης του Απρίλη, εκδηλώθηκε η γερμανική επίθεση στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, στη γραμμή Μεταξά, με τα 21 οχυρά. Στο Ρούπελ και σε όλη τη συνοριογραμμή οι Έλληνες στρατιώτες, αν και ολιγάριθμοι, αφού ο κύριος όγκος βρίσκεται ακόμα στο ελληνοϊταλικό μέτωπο, αντιστέκονται σθεναρά. Μετά από 3 μέρες όμως, ο γερμανικός στρατός διαπερνά τη Γιουγκοσλαβία και εισβάλλει στην Ελλάδα, περικυκλώνοντας τους ηρωικούς μαχητές. Ο δρόμος για την Αθήνα ήταν πλέον ανοιχτός.
Χαρακτηριστική ήταν η αντίσταση στο πολυβoλείο Π8, όπου ο λοχίας Δημήτρης Ίτσιος, έμεινε με άλλους δύο στρατιώτες μέχρι να τελειώσουν τα πυρομαχικά, σκοτώνοντας 250 γερμανούς στρατιώτες και τον αντισυνταγατάρχη Έμπελινκγ. Ο στρατηγός Σόνερ αφού τον επάινεσε για τον ηρωισμό του τον εκτέλεσε, αφήνοντας ελεύθερους τους άλλους δύο στρατιώτες. Γενικά οι κατακτητές αντιμετώπισαν με σεβασμό και θαυμασμό τους Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικούς.
Ο στρατηγός Τσολάκογλου, παρά τις αντίθετες διαταγές συνθηκολόγησε με τους Γερμανούς, αμαυρώνοντας την πλούσια σε πολεμικές επιτυχίες καριέρα του. Ο Πρωθυπουργός Κορυζής αυτοκτονεί, ενώ η βασιλική οικογένεια εγκαταλείπει την Αθήνα με προορισμό την Κρήτη και ύστερα τη Μέση Ανατολή.
Η είσοδος στη μουντή πρωτεύουσα
Στις 27 Απριλίου, στις 8 το πρωί, οι Γερμανοί εισέρχονται στην ελληνική πρωτεύουσα, με μοτοσικλέτες και τεθωρακισμένα. Η συγγραφέας Πηνελόπη Δέλτα δίνει τέλος στη ζωή της, πίνοντας δηλητήριο. Οι Αθηναίοι έμειναν στα σπίτια τους, κλείνοντας τα παράθυρά τους, σε ένδειξη περιφρόνησης προς τον κατακτητή. Επευφημήθηκαν από τους ελάχιστους Γερμανούς κατοίκους και γερμανόφιλους της Αθήνας.
Κατόπιν ένα τμήμα κατευθύνθηκε στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και ύψωσαν τη Σβάστικα. Ο οπλίτης Κωνσταντίνος Κουκίδης αρνήθηκε να παραδώσει την ελληνική σημαία και τυλιγμένος σε αυτήν έπεσε στο κενό. Στο σημείο αυτό, στις παρυφές των Αναφιώτικων, υπάρχει πλάκα που τον μνημονεύει. Ωστόσο υπάρχει και η άποψη ότι πρόκειται για αστικό μύθο, αφού στα αρχεία δεν υπάρχει στρατιώτης με το όνομα αυτό, ούτε κάποια σχετική αναφορά.
Την επόμενη μέρα, στο καφενείο «Παρθενών» στους Αμπελόκηπους, έγινε η επίσημη παράδοση της Αθήνας, από τον υποστράτηγο Καβράκο στο συνταγματάρχη Φον Σέφεν. Οι πρωτοετείς της Σχολής Ευελπίδων αρνήθηκαν να αναλάβουν την τήρηση της τάξης και αποχώρησαν με προορισμό την Κρήτη και τη Μέση Ανατολή.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος με γενναιότητα, αρνήθηκε να παραστεί στην τελετή, να τελέσει δοξολογία και να ορκίσει την Κατοχική Κυβέρνηση του Τσολάκογλου. Καθαιρέθηκε και αντικαταστάθηκε από το Δαμασκηνό, ο οποίος επέδειξε πατριωτική στάση σε όλη τη δάρκεια της Κατοχής.
Ήταν η αρχή μιας μαύρης περιόδου για τον ελληνικό λαό, που πλήρωσε ακριβά την επιλογή της αντίστασης στις δυνάμεις του Άξονα. Ωστόσο ήταν και το πρώτο μήνυμα προς τους λαούς της Ευρώπης ότι ο εχθρός δεν είναι ανίκητος. Η απελευθέρωση ήρθε τον Οκτώριο του 1944, με τον αθηναϊκό λαό να ξεχύνεται στους δρόμους πανυγηρίζοντας και να προσπαθεί να γιατρέψει τις πληγές του.
Πηγές:
mixanitouxronou.gr
militaire