Με απλά λόγια

Για να μιλάμε την ίδια γλώσσα…

 

Επιλεγμένες ορολογίες, τις οποίες θα συναντήσεις στο ασφαλιστικό σου συμβόλαιο. Σε πιο ελεύθερη απόδοση, εκλαϊκευμένα και κατανοητά, ώστε να γίνει πιο προσιτή η «γλώσσα» που χρησιμοποιείται στα ασφαλιστήρια. Σε καμία περίπτωση, οι παρακάτω όροι κι επεξηγήσεις τους δεν υποκαθιστούν το νομικό κείμενο, όπως διατυπώνεται ρητώς στα συμβόλαια.

Α

Η παύση ισχύος ενός συμβολαίου, που μπορεί να συμβεί, είτε κατόπιν ειδοποίησης από τον ασφαλιστή είτε με κοινή συναίνεση ασφαλιστή κι ασφαλισμένου. Επίσης, η παύση ισχύος ενός συμβολαίου μπορεί να γίνει κατόπιν έγγραφης αίτησης του ασφαλισμένου ή μη τήρησης των υποχρεώσεων του.

Αφορά στις αποζημιώσεις, όπου οι ασφαλιζόμενες αξίες περιουσιακών στοιχείων δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές. Αν ένα ακίνητο έχει ασφαλιστεί για μέρος της αξίας του, π.χ. 80%, θα αποζημιωθεί αναλογικά για το 80% της ζημίας.

Γίνεται μετά τη λήξη μίας συγκεκριμένης περιόδου ασφάλισης, για τη συνέχισή της.

Ο ασφαλιζόμενος ενημερώνει τον ασφαλιστή σε περίπτωση επελεύσεως ενός κινδύνου, ώστε ο πρώτος να εξετάσει την πιθανή ή μη κάλυψη του κινδύνου από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Η αποδοχή ασφάλισης ενός κινδύνου στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Με εξειδικευμένη εκπαίδευση στα μαθηματικά των ασφαλίσεων, ο αναλογιστής είναι ο κατάλληλος επαγγελματίας για τον υπολογισμό αξιών, αποθεμάτων, μερισμάτων και στατιστικών πιθανοτήτων, όσον αφορά σε μελλοντικούς χρηματοοικονομικούς κινδύνους.

Αναφέρεται σε μελλοντικές πιθανές ζημίες τις οποίες θα πρέπει να προβλέψει ο ασφαλιστής, ώστε να προβλέψει το αντίστοιχο επαρκές αποθεματικό, που θα γνωστοποιήσει στην εταιρεία ώστε να κινηθεί ανάλογα, με την αντίστοιχη ασφάλεια, στη μελλοντική της στρατηγική.

Η αντασφάλιση αποτελεί την ασφάλιση της ασφάλισης. Γίνεται, δηλαδή, μεταβίβαση μέρους του κινδύνου που αναλαμβάνουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, σε αντασφαλιστικές εταιρείες, προκειμένου να περιοριστεί η έκθεσή τους σε περίπτωση επελεύσεως ενός καταστροφικού περιστατικού.

Αφορά στη συμφωνία της ασφαλιστικής εταιρείας μετά την επέλευση κινδύνου να αποζημιώσει τη ζημία κλεμμένων ή κατεστραμμένων αντικειμένων, όχι με μετρητά, αλλά με νέα αντικείμενα ανάλογης αξίας, ποιότητας και προδιαγραφών.

Έτσι ονομάζεται η αξίωση του ασφαλιζόμενου από την ασφαλιστική εταιρία για καταβολή αποζημίωσης (είτε χρηματικής είτε αντικατάσταση σε είδος, αναλόγως με τη συμφωνία που έχει γίνει στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο) εξαιτίας επελεύσεως ενός ζημιογόνου περιστατικού που έχει προβλεφθεί και καλύπτεται από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Αφορά στο ποσό που καταβάλλει ο ασφαλιζόμενος, σε περίπτωση επελεύσεως του κινδύνου, το ύψος του οποίου καθορίζεται κατά τη σύναψη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου και το οποίο μειώνει αντίστοιχα το κόστος ασφάλισης.

Η άρνηση του ασφαλιστή ή αντασφαλιστή να προσφέρει ασφαλιστική κάλυψη, σε περιπτώσεις που κρίνονται ότι εμπεριέχουν ιδιαίτερο ρίσκο, εξαιτίας είτε του προφίλ του ασφαλιζόμενου είτε του πιθανού υψηλού ζημιογόνου κινδύνου.

Με έγκριση της ασφαλιστικής εταιρείας, αφορούν σε έκτακτα μέτρα για την  κατεδάφιση ερειπίων και την απομάκρυνση των συντριμμάτων ασφαλισμένων αντικειμένων (κτίρια, μηχανήματα και λοιπά αντικείμενα) που επλήγησαν ή καταστράφηκαν συνεπεία ενός ή περισσοτέρων από τους ασφαλιστικούς κινδύνους, με σκοπό την αποκατάσταση της ζημίας.

Αποταμιεύεται από την ασφαλιστική εταιρεία, για εκκρεμείς ζημίες που δεν μπορούν να υπολογιστούν εξαρχής στο ύψος της αποζημίωσης και τυχόν άλλων έκτακτων εξόδων, είτε λόγω αντιδικίας είτε λόγω πολυπλοκότητας του ασφαλισμένου κινδύνου.

Η κάλυψη της ευθύνης του ασφαλισμένου για τυχαίο σωματικό τραυματισμό ή υλική ζημιά σε περιουσία τρίτων από την ασφαλιστική εταιρεία.

Ειδική ασφάλιση που παρέχει προστασία στις επιχειρήσεις σε τυχόν ζημίες προερχόμενες από άτιμες πράξεις του προσωπικού της.

Αναφέρεται στην κάλυψη που προβλέπει ότι αν τα ασφαλιζόμενα αντικείμενα καταστραφούν ή πληγούν κατά την επέλευση καλυπτομένου κινδύνου, η αποζημίωση θα υπολογισθεί στη βάση της, στον τόπο της ζημίας, κατά τη στιγμή της ζημίας δαπάνης αποκαταστάσεως ή αντικαταστάσεώς τους με καινούρια.

Η υποχρέωση της ασφαλιστικής εταιρίας, μετά από επέλευση ασφαλιστικού κινδύνου για κάλυψη είτε οικονομική είτε με αυτούσια αποκατάσταση της ζημιάς, σύμφωνα με τους όρους του ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο απειλείται από ασφαλισμένο κίνδυνο και υπέρ του οποίου παρέχεται η ασφαλιστική κάλυψη. Ο ασφαλισμένος έχει τις ίδιες υποχρεώσεις με τον λήπτη της ασφάλισης, εφόσον έχει λάβει γνώση της σύμβασης και μπορεί να τις εκπληρώσει.

Το αποδεικτικό έγγραφο της ασφαλιστικής σύμβασης, με την υπογραφή τουλάχιστον του εκπροσώπου της εταιρίας. Αποτελείται, ισοδύναμα, από έντυπο ή δακτυλογραφημένο ή χειρόγραφο κείμενο που διέπεται από συγκεκριμένους όρους είτε το κείμενο αυτό είναι αρχικό είτε μεταγενέστερο (π.χ. τροποποίηση / ανανέωση / παράταση εκδιδομένης σχετικής προσθέτου πράξεως) το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτού. Το ασφαλιστήριο παραδίδεται στον ασφαλισμένο ή λήπτη της ασφάλισης.

Το αντικείμενο το οποίο ασφαλίζεται για πιθανή μελλοντική κάλυψη σε περίπτωση επέλευσης κινδύνου.

Αφορούν στη συμφωνημένη περιοδική πληρωμή του αντιτίμου για ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Ο πιθανός βαθμός επέλευσης του περιστατικού (ζημιογόνου γεγονότος) που περιλαμβάνεται στο ασφαλιστήριο.

Το χρηματικό ποσό, μέχρι του οποίου (ως ανώτατο όριο) ευθύνεται να καλύψει η ασφαλιστική εταιρεία, σύμφωνα με το προβλεπόμενο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, συνολικά ή κατά αντικείμενο ή κατά περίπτωση του ασφαλιστικού συμφέροντος.

Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο πού έχει την αρμοδιότητα της διαμεσολάβησης μεταξύ του ασφαλιζόμενου και της ασφαλιστικής εταιρίας με σκοπό τόσο την προώθηση και πώληση των προϊόντων της/των εταιρείας/εταιρειών που συνεργάζεται, όσο και τη βέλτιστη ασφαλιστική κάλυψη του πελάτη του, ανάλογα με τις ανάγκες του.

Η οικονομική σύνδεση του ασφαλισμένου ή του λήπτη της ασφάλισης με το αντικείμενο που έχει ασφαλίσει, στην οποία ορίζεται το ασφάλισμα που δικαιούται, σε περίπτωση επελεύσεως κινδύνου, να εισπράξει είτε ο ίδιος ο ασφαλισμένος είτε οι δικαιούχοι του ασφαλίσματος.

Το απρόοπτο συμβάν που μπορεί να οδηγήσει σε βλάβη/ζημιά.

Έτσι ονομάζεται η πρόκληση εστίας πυρκαγιάς ενός υλικού μόνο με την επαφή του με το ατμοσφαιρικό οξυγόνο, χωρίς καμία άλλη επίδραση εξωτερικής ενεργειακής πηγής.

Β

Οι αποδείξεις, δηλαδή όλα τα στοιχεία και οι απαραίτητες πληροφορίες, που αποδεικνύουν το μέγεθος της ζημιάς, σε περίπτωση επελεύσεως ενός ασφαλιζόμενου κινδύνου. Αυτές οφείλει να τις προσκομίσει ο ασφαλιζόμενος, ώστε να αξιώσει την αποζημίωσή του.

Γ

Το σύνολο των ασφαλίσεων, π.χ.: ασφαλίσεις Αυτοκινήτου, Αστικής Ευθύνης κ.ά. Εξαιρούνται οι ασφαλίσεις του Κλάδου Ζωής.

Αφορούν σε περιπτώσεις ζημιών, που έχουν προκύψει με κάποιο γενικό τρόπο, λόγω συγκυρίας ή ως συνέπεια, και που δεν καλύπτονται από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Έτσι ονομάζεται η ζημιά, όπως προκύπτει από την εκούσια καταστροφή μέρους του πλοίου ή του φορτίου του, σε περίπτωση άμεσου κινδύνου, που αποσκοπεί ουσιαστικά στη διάσωση του πλοίου και του εναπομείναντος φορτίου του.

Δ

Αν υπάρξει διαφωνία για το τελικό ποσό του ασφαλίσματος, όσον αφορά έναν ασφαλιζόμενο κίνδυνο, για τον οποίο η ασφαλιστική εταιρεία αναγνωρίζει την ευθύνη αποζημίωσης, τότε ορίζεται γραπτώς, και από τα δύο μέλη,  ένας κοινά αποδεκτός διαιτητής, που θα κρίνει και θα ορίσει το τελικό ποσό αποζημίωσης.

Η ασφαλιστική κάλυψη που παρέχει προστασία από την διάρρηξη/υπερχείλιση δεξαμενών ύδατος, σωληνώσεων και των εν γένει εγκαταστάσεων υδρεύσεως, κεντρικής θέρμανσης ή κλιματισμού.

Κάλυψη που παρέχεται στον ασφαλισμένο ή λήπτη της ασφάλιση αναφορικά με τα ασφαλισμένα αντικείμενά του, όταν υπάρχει ζημιά που προκαλείται άμεσα από διαρροή ή διαφυγή νερού από την εγκατάσταση αυτομάτων πυροσβεστήρων (σπρίνκλερς) μέσα στο ακίνητο.

Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δικαιούται μέρος ή το σύνολο του ασφαλισμένο ποσού, όταν επέλθει ο ασφαλιστικός κίνδυνος.

Το δικαίωμα που έχει κάθε λήπτης της ασφάλισης να εναντιωθεί στην ασφαλιστική σύμβαση όταν θεωρεί ότι αυτή παρεκκλίνει της αιτήσεως ασφάλισης που είχε υποβάλλει.

Το έξτρα ποσό, πέραν του ασφαλίστρου, για την έκδοση ενός συμβολαίου.

Το δικαίωμα του πελάτη να υπαναχωρήσει, σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μετά την παραλαβή του συμβολαίου του, για οποιαδήποτε αιτία ή λόγο.

Ε

Οι περιπτώσεις ζημιών για τις οποίες υπάρχει όρος στο ασφαλιστήριο και για τις οποίες δεν φέρει ευθύνη η ασφαλιστική εταιρεία, είτε λόγω εξαίρεσης που ορίζεται από το νόμο, είτε από το συμφωνητικό του συγκεκριμένου συμβολαίου.

Θεωρείται η αιφνίδια έκλυση ενέργειας, που συμβαίνει κατά την απότομη εκτόνωση αερίων ή ατμών. Επίσης, έκρηξη σε δοχεία πιέσεως θεωρείται όταν διαρραγεί το τοίχωμα τους και δημιουργηθεί απότομη εξίσωση των διαφορετικών πιέσεων εντός και εκτός αυτών.

Όταν μεταφέρεται τμήμα του πρωτασφαλιστικού κινδύνου σε μία αντασφαλιστική σύμβαση, ώστε να διαμοιραστεί ο κίνδυνος έκθεσης της ασφαλιστικής εταιρείας.

Η επίσημη ημερομηνία στην οποία το συμβόλαιο τίθεται σε ισχύ.

Το έντυπο που συμπληρώνεται από τον ενδιαφερόμενο για ασφαλιστική κάλυψη, με όλα τα απαραίτητα στοιχεία που χρειάζεται η ασφαλιστική εταιρεία στην αξιολόγησή της για το αν μπορεί ή όχι να προσφέρει την απαιτούμενη ασφαλιστική κάλυψη.

Εξοχική κατοικία ορίζεται η κατοικία στην οποία διαμένει ο ασφαλιζόμενος σε χρονικό διάστημα που ισούται ή είναι μικρότερο των 45 ημερών, στο σύνολο του ημερολογιακού έτους.

Το επιπλέον ασφάλιστρο που θα πρέπει να καταβάλει ο ασφαλιζόμενο για ειδικές παραμέτρους, όπως σε μία ασφάλιση πυρός, λόγω ειδικής κατασκευής ενός ακινήτου.

Η ημέρα κατά την οποία, κάθε χρόνο, συμπληρώνονται ένα ή περισσότερα χρόνια από την ημερομηνία έναρξης του συμβολαίου.

Το λογιστικό ή ημερολογιακό έτος στο οποίο συνέβη το ατύχημα.

Ζ

Η ζημιά στην περιουσία, που προκαλείται εξαιτίας επελεύσεως ασφαλιστικού κινδύνου με τυχαίο, βίαιο, και ανεξάρτητο τρόπο, πέραν της θέλησης του ασφαλισμένου ή του λήπτη της ασφάλισης. Καλύπτεται από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, και έχει ως συνέπεια τη μείωση της αξίας των ασφαλισμένων αντικειμένων.

Η

Όταν ο κίνδυνος, άρα και τα ασφάλιστρα, έχουν μοιραστεί σε περισσότερες από μία ασφαλιστικές εταιρείας, ηγέτιδα ονομάζεται η ασφαλιστική εταιρεία που φέρει την ευθύνη να διαμορφώσει τους όρους του ασφαλιστικού συμβολαίου, καθώς και την αρμοδιότητα χειρισμού οποιαδήποτε ζημιάς που μπορεί να προκύψει από το συγκεκριμένο συμβόλαιο.

Η ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Θ

Το φυσικό φαινόμενο στο οποίο επικρατούν άνεμοι 8 Μποφόρ και άνω, σύμφωνα με το δελτίο της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας.

Ι

Ο λογιστικός πίνακας μίας εταιρείας, με όλα τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις της, για συγκεκριμένο διάστημα (εξάμηνο ή ετήσιο), για ενιαίο νόμισμα. Εκεί εμφανίζονται τόσο το ενεργητικό (έσοδα) όσο και το παθητικό (έξοδα) μίας εταιρείας.

Κ

Το ασφάλιστρο που αποτιμάται σύμφωνα με τα μαθηματικά/αναλογιστικά αποθέματα, βάσει των συντελεστών θνησιμότητας, χωρίς να ληφθούν υπόψη τα έξοδα παραγωγής, χρήσης, συμμετοχής κ.ά.

Οι κακόβουλες ενέργειες είναι ηθελημένες πράξεις οποιουδήποτε προσώπου που διαπράττονται είτε κατά τη διάρκεια διατάραξης της Δημοσίας τάξης εν γένει, π.χ. απεργιών, είτε μεμονωμένα, με σκοπό το βανδαλισμό ή τη δολιοφθοράς. Σε αυτές δεν περιλαμβάνεται οποιαδήποτε πράξη τρομοκρατίας.

Συνώνυμο της ασφάλισης. Συνοδεύεται με περιγραφή της έκτασης μιας ασφάλισης  (π.χ. η κάλυψη περιλαμβάνει Κλοπή).

Κάλυψη στο ασφαλισμένο αντικείμενο από άμεση επίδραση καπνού, που θα διαφύγει αιφνίδια και ενάντια στο κανονικό, από εγκαταστάσεις θέρμανσης, ξήρανσης ή εστιάσεις, που βρίσκονται εντός των ασφαλιζομένων εγκαταστάσεων.

Αναφέρεται στην ασφάλιση περιουσίας που καλύπτει πάσης φύσεως απώλεια ή ζημιά από ατύχημα.

Ασφαλιστική κάλυψη που προσφέρει προστασία σε περίπτωση ισχυρής ηλεκτρικής εκκένωσης ανάμεσα σε σύννεφο και έδαφος.

Ασφαλιστική κάλυψη που προσφέρει προστασία σε περίπτωση αφαίρεσης των ασφαλισμένων αντικειμένων μετά από διάρρηξη (με βίαια μέσα).

Λ

Η ημερομηνία κατά την οποία λήγει ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο με το οποίο η ασφαλιστική εταιρεία κατάρτισε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, για λογαριασμό δικό του ή τρίτου, και το οποίο βαρύνουν όλες οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση εκτός από εκείνες πού από τη φύση τους πρέπει να εκπληρωθούν από τον ασφαλισμένο.

Μ

Ο ασφαλειομεσίτης έχει ως σκοπό μέσω της συνεργασίας του με τις ασφαλιστικές εταιρείες να εξασφαλίσει τους καλύτερους δυνατούς όρους ασφάλισης για τον πελάτη του, όσον αφορά στην τιμή και την ποιότητα κάλυψης.

Η προμήθεια που λαμβάνει (από την ασφαλιστική εταιρία) ο ασφαλειομεσίτης για τη σύναψη ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου με μια συγκεκριμένη εταιρία.

Ο

Αποστολή συνεργάτη στον τόπο του ατυχήματος για την υποβολή “Δήλωσης Ατυχήματος” και τη βοήθεια, όπου χρειάζεται, για τη συμπλήρωση του εντύπου φιλικού διακανονισμού. Φωτογράφιση από το συνεργάτη του ασφαλισμένου οχήματος και των τυχόν εμπλεκόμενα στο ατύχημα οχήματα τρίτων, ώστε να είναι εμφανείς οι ζημιές που προκλήθηκαν για να γίνει σωστά η σύνταξη πραγματογνωμοσύνης. Επιπλέον, ευθύνη του συνεργάτη είναι σε περίπτωση ακινητοποίησης του οχήματος, συνεπεία του ατυχήματος, να μεταφέρει το όχημα στο πλησιέστερο ή πιο κατάλληλο τόπο για την επισκευή του ή στον τόπο επιλογής του ασφαλισμένου.

Π

Οποιαδήποτε οργάνωση εμπλέκεται ή ασχολείται με τρομοκρατία, αναρχικές δραστηριότητες ή ορίζει εαυτόν ως τέτοια.

Ασφαλιστική κάλυψη που προσφέρει προστασία από πυρκαγιά, που προκλήθηκε χωρίς να προϋπάρχει συγκεκριμένη εστία, ή η οποία έχει εγκαταλείψει την εστία της και επεκτείνεται.

Ασφαλιστική κάλυψη πυρκαγιάς σε δασώδεις ή θαμνώδεις εκτάσεις, λόχμες, λειμώνες, συστάδες δένδρων ή θάμνων ή και συνεπεία εκχερσώσεως του εδάφους διά πυρός .

Ασφαλιστική κάλυψη που παρέχει προστασία από κατακλυσμό από θαλάσσια ύδατα, τη λόγω φυσικών αιτίων υπερχείλιση ή παρέκκλιση από τα συνήθη κανάλια απορροής των φυσικών ή τεχνητών υδατορευμάτων, τη διάρρηξη ή υπερχείλιση του δημοσίου δικτύου παροχής νερού και την οιανδήποτε άλλη εισροή ή συσσώρευση υδάτων προερχόμενων από χώρους, εκτός των ασφαλισμένων κτιρίων ή κτιρίων που περιέχουν τα ασφαλισμένα αντικείμενα.

Το άτομο που έχει την αρμοδιότητα να ερευνήσει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα ένας ασφαλιζόμενος κίνδυνος (που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο) και να υποβάλλει μία έκθεση πραγματογνωμοσύνης στην ασφαλιστική εταιρεία, ώστε να καθοριστεί το ύψος του ασφαλιζόμενου ποσού που πρέπει να καταβληθεί στον ασφαλισμένο, και να κλείσει η απαίτηση.

Έτσι ονομάζεται το έγγραφο που εκδίδεται μεταγενέστερα από την έναρξη της ασφαλιστικής σύμβασης, φέροντας μία ή περισσότερες αλλαγές που έγιναν στους όρους ασφάλισης.

Ρ

Ως μολυσματικές ή ρυπαντικές ουσίες ορίζονται οι όποιες ουσίες, μετά τη διαφυγή τους, απειλούν ή προσβάλλουν την ανθρώπινη υγεία ή την καλή φυσική κατάσταση ή μπορούν ή απειλούν να προκαλέσουν ζημιά ή μείωση εμπορικότητας ή απώλεια χρήσης στα ασφαλισμένα αντικείμενα με το παρόν αντικείμενα συμπεριλαμβανομένων, και όχι μόνο, των βακτηριδίων, μυκήτων, ιών ή άλλων επικίνδυνων ουσιών.

Σ

Αναφέρεται σε πράξεις προσώπου το οποίο έλαβε μέρος μαζί με άλλους σε διατάραξη της δημόσιας τάξης.

Όταν δύο ή περισσότερες ασφαλιστικές εταιρείες ασφαλίζουν ένα αντικείμενο για τον ίδιο κίνδυνο, αναλογικά με το μέρος της αξίας που έχει συμφωνηθεί στη σύμβασή τους.

Τ

Ενέργειες μεμονωμένων ή οργανωμένων ομάδων ατόμων με ή χωρίς χρήση βίας ή δύναμης για πολιτικούς ή κοινωνικούς ή ιδεολογικούς ή θρησκευτικούς ή εθνικιστικούς λόγους, που σκοπό έχει τον εκφοβισμό του κοινού ή συγκεκριμένων προσώπων ή τον επηρεασμό νόμιμης ή ντε φάκτο Αρχής, με τον όρο ότι οι ενέργειες αυτές δεν έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια πολέμου, εμφυλίου πολέμου, επαναστάσεως, πολιτικών ταραχών, ή κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε διατάραξης της δημόσιας τάξης.

Υ

Όταν το καλυπτόμενο ασφαλιστικό ποσό ή ασφαλιζόμενο κεφάλαιο είναι μικρότερο από την ασφαλιστική αξία του ασφαλιζομένου αντικειμένου, άρα το ύψος της αποζημίωσης, σε περίπτωση επέλευσης ενός καλυπτόμενου κινδύνου, καθορίζεται  βάσει αυτής της χαμηλότερης αξίας.

Χ

Η αποζημίωση που πληρώνει ο ασφαλιστής στον ασφαλιζόμενο χαριστικά, για λόγους καλής φήμης της εταιρείας, σε περιπτώσεις όπου η επέλευση ενός ασφαλιστικού κινδύνου δεν καλύπτεται από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο.